Ο Αρμάνδος Δελαπατρίδης και οι σημερινοί γραφικοί


του Χρίστου Γούδη, υποψηφίου Δημοτικού Συμβούλου με την «Ελληνική Αυγή για την Αθήνα»
Και μέσα στον άγριο χαμό, μας προέκυψε τις προάλλες και μια ιλαροτραγική τηλεοπτική παρουσία στο «Μακελειό» του Στέφανο Χίου… ο λεβέντης πρόεδρος της Ένωσης Κεντρώων…  Βασίλης Λεβέντης. Λάβρος ο Λεβέντης για όλους τους «μη δημοκρατικούς Έλληνες», τους «ναζιστές» χρυσαυγίτες που χαιρετούν «έτσι» (μιμούμενος εξωγλωσσικά πως χαιρετούσαν οι ναζί), λάβρος και με τον Νίκο Μιχαλολιάκο, με τον οποίο φτιάξανε τα κόμματά τους την ίδια χρονική περίοδο, και είχανε μάλιστα μέχρι πρότινος και τα ίδια ποσοστά, λάβρος και με τους Έλληνες πολίτες γιατί ...

ψήφισαν στις τελευταίες εκλογές τον Μιχαλολιάκο, ενώ το δικό του το κόμμα το έστειλαν στον πάτο του πολιτικού «κάδου απορριμμάτων», λάβρος με τους Ουκρανούς νεοναζί και τους γκρίζους λύκους των Τούρκων που "είναι όλοι τους το ίδιο πράγμα" με τους χρυσαυγίτες, λάβρος και με το λαβράκι που βγήκε στο τέλος της εκπομπής, ομολογώ, εγώ φταίω γι’ αυτό, εγώ το έβγαλα…
Όπως είναι γνωστό σε όλους τους Έλληνες, που αναμφίβολα παρακολουθούν ανελλιπώς τις βαθυστόχαστες και εκρηκτικές πολιτικές (και όχι μικροβιολογικές) αναλύσεις του Λεβέντη προέδρου της Ένωσης Κεντρώων, ο pater familias του κόμματός του είναι, ο Νικόλαος Πλαστήρας (και όχι ο Αρμάνδος Δελαπατρίδης ή η Μαρίκα Παλέστη). Μόνο που ο «δημοκρατικότατος», κατά τα άλλα, κινηματίας στρατηγός, θαυμαστής και (κακός) μιμητής του Μουσολίνι, απέστειλε από το φιλοναζιστικό γαλλικό κράτος του Βισύ (του στρατάρχη Πεταίν), στο οποίο είχε βρει καταφύγιο μετά από τα αποτυχόντα στρατιωτικά του κινήματα του ’33 και ’35, την 21η Απριλίου (τί ειρωνεία της τύχης!) 1941, και ενώ τα γερμανικά στρατεύματα προήλαυναν βαθειά στο έδαφος της πατρίδας μας με τους στρατιώτες-πατεράδες μας να πολεμούν το γερμανικό μεγαθήριο, επιστολή προς τον φίλο και συνεργάτη του Κομνηνό Πυρομάγλου, την οποία δημοσίευσε η εφημερίδα «Καθημερινή» στις 14 Σεπτεμβρίου 1997! Η καταληκτική παράγραφος είναι «όλα τα λεφτά»:
«Είμαι της γνώμης ότι πρέπει να γίνει κυβέρνησις φιλογερμανική για να καταστήσωμεν ολιγώτερον οδυνηράν την ήτταν. Αυτό πρέπει να γίνη και αν ακόμη θα ηξεύραμε ότι ο πόλεμος θα τελείωνε και μετά τινάς μόνον μήνας με τελείαν ήτταν του άξονος (όπερ απίθανον)».
Άλλωστε και σε μεταγενέστερη επιστολή του, στις 16 Ιουλίου 1941, προς τον εκεί (στο Βισύ της Γαλλίας)  πρεσβευτή της Ελλάδος, ο Νικόλαος Πλαστήρας είναι σαφής στις θέσεις του:
«Υπήρχε έδαφος διευθετήσεως της ελληνοϊταλικής συρράξεως τη μεσολαβήσει της Γερμανίας… η αδεξιότης επί της εξωτερικής πολιτικής του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου οδήγησεν τον ελληνικόν λαόν εις έναν άνισον πόλεμον με μίαν μεγάλην δύναμιν ως η Ιταλία».
Μετά το πέρας της εκπομπής, της οποίας τα φώτα έπεσαν εσπευσμένα μόλις εξήλθε του ιχθυοτροφείου το «λαβράκι», ο λεβέντης πρόεδρος Λεβέντης δήλωνε, σε όσους έβρισκε μπροστά του, ότι ο Πλαστήρας δεν έκλεβε! Εγώ πάντως ουδέποτε ισχυρίστηκα πως οι φασίστες κλέβουν…
Η ανάρτηση του ανωτέρω σχολίου μου με τίτλο: «Λεβέντης o …Λεβέντης», στον ιστότοπο «Μακελειό», προκάλεσε οργίλες και υστερικές αντιδράσεις φίλα προσκείμενων προς αυτόν «όντων» (αγγλιστί: creatures), άλλων εξ’ αυτών άξεστων, άλλων εκχυδαϊσμένων, και άλλων ανορθόγραφων και εμφανώς αγραμμάτων, όπως προκύπτει από τους κραυγαλέους βαρβαρισμούς και σολοικισμούς των παρεμβάσεών τους. Όσο δε για το περιεχόμενο των λεκτικών εμεσμάτων τών καθ’ ομολογίαν τους «αυλικών» του προέδρου της αυτοαποκαλούμενης «Ένωσης Κεντρώων» (με την έννοια ότι ο αριθμός των ακολούθων του δεν είναι αρκετός για να «γεμίσει» όχι αλάνα, αλλά ούτε «αυλή»), εννοιολογικά εμπίπτει σε νοηματικές δυσπλασίες προ-γλωσσικού, αν όχι προ-οντολογικού, επιπέδου.
Η συμβολή πάντως του ίδιου του Βασίλη Λεβέντη στην εξέλιξη της ευρύτερης κοινωνικής δυναμικής και στην διαμόρφωση της ψυχοστασίας του τόπου μας είναι αδιαμφισβήτητη, όπως είχε την καλοσύνη να αναδείξει ένας εκ των επισκεπτών του ιστότοπου, θυμίζοντάς μας ορισμένα διαχρονικά βιντεοσκοπημένα αποσπάσματα εκπομπών του Λεβέντη προέδρου (της «Ένωσης Κεντρώων»), όπου το αριστοφανικό στοιχείο τόσο του ύφους του όσο και των αντιδράσεων των συνομιλητών του, υπερκάλυπτε την πολιτική του ιδιοφυΐα, δημιουργώντας «ατμόσφαιρα κάθαρσης» στο ακροατήριό του (κοινώς «έβγαζε γέλιο»). Ανάλογη καθαρτήρια δύναμη στην πολιτική μας ζωή είχε εμφυσήσει παλαιότερα, επί των συγκρουσιακών ημερών της ΕΡΕ και της «Ενώσεως Κέντρου», η Μαρίκα Παλαίστη, η εμπνεύσασα  στις λαϊκές μαζώξεις της τα ιδιόρρυθμα πολιτικά συνθήματα της εποχής («Οι σπογγαλιείς Αθηνών μαζί σου», «Μαρίκα σώσε τα λουκάνικα», «Βαράτε την με λουκουμόσκονη», «Στον μολυβένιο ουρανό μια κατσαρίδα τρέχει, μου φαίνεται πως βρέχει», και άλλα αντιστοίχου πολιτικής βαρύτητος).
Από αυστηρά πολιτικής απόψεως πάντως, εκείνο που ήθελα να επισημάνω με το πρώτο περί Πλαστήρα σχόλιό μου, στην πατρική φιγούρα του οποίου ανάγει την καταγωγή της η «Ένωση Κεντρώων», ήταν η ψευδαίσθηση δημοκρατικότητας από την οποία διακατέχεται ο πρόεδρός της και τιμητής, αν όχι υβριστής, των πάντων και πασών, όπως φυσικά και της Χρυσής Αυγής, λόγω των «ναζιστικών και φασιστικών πεποιθήσεών»  της, την στιγμή μάλιστα κατά την οποία ο αείμνηστος Πλαστήρας έτρεφε βαθιά εκτίμηση γι’ αυτές. Και δεν είναι ο μόνος φυσικά. Πολλοί, αν όχι όλοι, είναι εκείνοι οι «κατ’ επίφαση δημοκράτες» που κρύβουν μέσα τους έναν Μουσολίνι, έναν Χίτλερ (ή έναν Στάλιν, δια τους ερυθρούς – από ντροπή; –  ομοίους τους). Σε κάποιους μάλιστα είναι περισσότερο εμφανές, λόγω της μορφής, του γονότυπου, και του σωματότυπού τους.