του Χρίστου Γούδη, καθηγητή αστροφυσικής, υποψήφιου δημοτικού συμβούλου με την "Ελληνική Αυγή για την Αθήνα"
Η «ΟΔΟΣ ΦΙΛΕΛΛΗΝΩΝ»
Κλείσε μέσα στην ψυχή σου την Ελλάδα για να αισθανθείς κάθε είδους μεγαλείο!
Διονύσιος Σολωμός
Στην Αθήνα της «αυγής ελληνικού φωτός», την Αθήνα που οφείλει να εκπέμπει οικουμενικό ...
πολιτισμό, οραματιζόμαστε μιαν άλλη «Οδό Φιλελλήνων», με τα εκλάμποντα πεντελικά μαρμάρινα αγάλματα αυτών που γαλουχήθηκαν από τα νάματα του Ελληνισμού, όλων αυτών που στήριξαν με το πνευματικό τους μέγεθος την Ελληνική Επανάσταση του 1821, ενάντια στην πολιτική των κρατών τους, που χαράζονταν με βάση το κοντόφθαλμο και εφήμερο συμφέρον τους. Φιλέλληνες ήταν όλοι οι γίγαντες του πνεύματος της εποχής, οι οποίοι και στήριξαν με τις ιδέες, τις δράσεις και τις πράξεις τους, τον αγώνα για την παλιγγενεσία του Ελληνικού Έθνους, τον αγώνα της ελληνικής φυλής να καταστεί και πάλι οδοδείκτης πολιτισμού για την ανθρωπότητα.
Τους αξίζει μια έμπρακτη αναγνώριση της παρουσίας τους στην καθημερινότητα του ρυθμού της ζωής στην πόλη μας, τους αξίζει μια θέση, ένα βάθρο, από το οποίο να συνεχίζουν να εκπέμπουν τα όσα είπαν, τα όσα πίστεψαν και τα όσα έκαναν για την Ελλάδα, όλα εκείνα που εμείς οι Έλληνες φροντίσαμε να ξεχάσουμε, να αγνοήσουμε και να παραλείψουμε από τη ζωή μας. Θα είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για μας, μέσα από τη φωτεινή αγαλμάτινη παρουσία όλων εκείνων των μεγάλων ηγητόρων του πνεύματος, όλων εκείνων των συνεχιστών του ελληνικού πνεύματος στην πανανθρώπινη πορεία του, όλων εκείνων που τους αποδίδουμε την ονομασία «Φιλέλληνες», να προσπαθήσουμε και εμείς οι «Έλληνες» να γίνουμε επιτέλους Φιλέλληνες. Γιατί δεν αρκεί κανείς για να είναι Έλληνας να γεννηθεί Έλληνας. Οφείλει μέσα από την συνειδητοποίηση και την αξιοποίηση της βαρειάς για τους ώμους μας πνευματικής κληρονομίας των προγόνων μας, να γίνει και Φιλέλληνας.
Χρίστος Γούδης
Υποψήφιος Δημοτικός Σύμβουλος με την «Ελληνική Αυγή για την Αθήνα»
Η ΟΔΟΣ ΤΩΝ ΦΙΛΕΛΛΗΝΩΝ
«Αν είναι να πεθάνουμε για την Ελλάδα θεία είναι η δάφνη. Μια φορά κανείς πεθαίνει»
Ο Λουδοβίκος Α΄ της Βαυαρίας, ο πατέρας του Όθωνα, υπήρξε λάτρης της Ελλάδος και των Ελλήνων, δηλώνοντας, κατά τη μακρά περίοδο που υπήρξε ο ίδιος διάδοχος του θρόνου της Βαυαρίας, ότι «καλύτερα να είσαι Έλληνας πολίτης, παρά διάδοχος του θρόνου». Επίσης, με παρότρυνση του Λουδοβίκου, ο Καθηγητής Πανεπιστημίου Θείρσιος (Friedrich von Thiersch) ιδρύει στο Μόναχο το γνωστό σχολείο «Αθήναιον» (Athenaeum) ενώ παράλληλα φροντίζει ιδιαίτερα τα πολλά Ελληνόπουλα που πηγαίνουν στο Μόναχο για σπουδές.
Ο Λουδοβίκος Α΄ ανέλαβε υπό την προστασία του τον γιο του Οδυσσέα Ανδρούτσου, Λεωνίδα (που στάλθηκε στο Μόναχο μετά την άγρια δολοφονία του Οδυσσέα), τον οποίο προόριζε για στρατιωτικό. Ατυχώς, ο γιος του Οδυσσέα αρρώστησε και πέθανε σε ηλικία μόλις 12 ετών, προς μεγάλη λύπη του Λουδοβίκου, ο οποίος χάραξε την ακόλουθη επιγραφή στον μαρμάρινο τάφο που του έφτιαξε: «Ενθάδε κείται Λεωνίδας, εγγονός Ανδρούτσου, υιός Οδυσσέως, προ της ήβης αποθανών εν Μονάχω την 11ην Δεκεμβρίου 1836. Τον τάφον αυτόν ανέστησε παλαιός τις φιλέλλην, Λουδοβίκος ο της Βαυαρίας βασιλεύς».
Υπό την προστασία του Λουδοβίκου Α΄ σπούδασε ως υπότροφος στο Μόναχο και ο μικρός γιος του Μάρκου Μπότσαρη, Δημήτριος, ο οποίος μετέβη εκεί τον Μάϊο του 1827, όπου αποφοίτησε πρώτα από τη σχολή του παιδαγωγού Ντεζαρντέν και κατόπιν από τη Βασιλική Στρατιωτική Ακαδημία του Μονάχου.
Ο βασιλιάς Λουδοβίκος Α΄, γοητευμένος από την εξαιρετική ομορφιά της κόρης του Μάρκου Μπότσαρη, Κατερίνας, ανέθεσε σε Γερμανό ζωγράφο τη φιλοτέχνηση του πορτραίτου της, το οποίο ανήρτησε στην Πινακοθήκη του ανακτόρου του. Στην αυλή του Μονάχου την παρομοίαζαν με τριαντάφυλλο και την αποκαλούσαν Ρόζα, όνομα το οποίο και διατήρησε έκτοτε.
Ο Γερμανός φιλέλληνας ποιητής Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε. Τα αισθήματά του για την Ελλάδα συνοψίζονται στη φράση του: «ό,τι είναι η καρδιά για τον άνθρωπο, είναι η Ελλάδα για την ανθρωπότητα». Πολλά από τα έργα του είναι αφιερωμένα στην Ελληνική Αρχαιότητα.
Η λατρεία και ο θαυμασμός που έτρεφε στην ψυχή του για την Ελλάδα ο Γερμανός φιλέλληνας και φίλος του Γκαίτε, Σίλλερ, συμπυκνώνεται στα λόγια του: «Όπου κι αν γυρίσω τη σκέψη μου, όπου κι αν στρέψω την ψυχή μου, μπροστά μου σε βρίσκω. Καταραμένε Έλληνα, καταραμένη γνώση, γιατί να σ’ αγγίξω; Για να καταλάβω πόσο μικρός είμαι, πόσο ασήμαντος, πόσο μηδαμινός; Γιατί δεν μ’ αφήνεις στην ησυχία μου και στην ξεγνοιασιά μου;».
H αρχαιολατρία και ο φιλελληνισμός των Γερμανών ξεκινά από τον πατέρα της αρχαιολογικής επιστήμης Γιόχαν Γιόακιμ Βίνκελμαν (1717-1768) κατά τον οποίο: «Η μοναδική οδός για τη μεγαλοσύνη είναι η μίμηση των αρχαίων Ελλήνων».
Ο Γερμανός φιλέλληνας ποιητής Βίλχελμ Μύλλερ (Wilhelm Müller) πληροφορήθηκε τα δεινά της τουρκοκρατούμενης Ελλάδας από τους Έλληνες της Βιέννης και τάχθηκε υπέρ της Ελληνικής Επανάστασης. Ήδη από το 1821, στη Γερμανία προκαλούν ενθουσιασμό τα «Τραγούδια των Ελλήνων» (Lieder der Griechen) του Βίλχελμ Μύλλερ, γραμμένα στο πνεύμα τού χαρακτηριστικού του στίχου: «Χωρίς τη Λευτεριά τί θα ’σουνα Ελλάδα; Χωρίς Ελλάδα τί θα ’τανε ο κόσμος;».
Κινητήρια δύναμη της Ελληνικής Επιτροπής των Παρισίων και χρηματοδότης του Αγώνα, αλλά και της μετέπειτα κυβέρνησης Καποδίστρια, υπήρξε ο φιλέλλην Ελβετός τραπεζίτης Εϋνάρδος (Jean-Gabriel Eynard), ο οποίος εστήριξε παράλληλα και το πρόγραμμα εκπαίδευσης γόνων εξεχόντων ηρώων της Επανάστασης στο Παρίσι.
Ο μεγάλος Ρώσος ποιητής και φίλος του Αλεξάνδρου Υψηλάντη, Αλεξάντρ Πούσκιν, χαιρετίζει την αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Ελλάδας με το εμπνευσμένο ποίημά του «Εμπρός Ελλάδα». Σε μετάφραση Κώστα Βάρναλη: «Εμπρός στηλώσου Ελλάδα επαναστάτισσα, βάστα γερά στο χέρι τ’ άρματά σου! Μάταια δεν ξεσηκώθηκεν ο Όλυμπος, η Πίνδος, οι Θερμοπύλες - δόξασμά σου».
Στη Γαλλία μεγάλα ονόματα των γραμμάτων και των τεχνών, αλλά και της ενεργού πολιτικής, τάσσονται ανεπιφύλακτα στο πλευρό του μαχόμενου ελληνισμού. Ο Βίκτωρ Ουγκώ (Victor Hugo) γράφει ποιήματα παρακινώντας τους Γάλλους να συμμετάσχουν στον αγώνα των Ελλήνων: «Στην Ελλάδα, στην Ελλάδα! Σ’ όλους σας αφήνω γειά. Εμπρός αδέλφια στην Ελλάδα, γδικιωμό και λευτεριά!», ενώ στη γαλλική Βουλή προβαίνει στη δήλωση: «Ας μην ξεχνάμε ποτέ, ότι ο πολιτισμός του κόσμου έχει μια προγιαγιά, που λέγεται Ελλάδα».
Ο Γάλλος ποιητής Φρειδερίκος Μιστράλ (Frederic Mistral) στο ποίημά του «Ελληνικός Ύμνος» συμπυκνώνει το νόημα του Αγώνα, με τους στίχους (σε μετάφραση Κωστή Παλαμά): «Αν είναι να πεθάνουμε για την Ελλάδα, θεία είναι η δάφνη. Μια φορά κανείς πεθαίνει».
Ο Σατωβριάνδος (François-René de Chatteaubriand), Γάλλος λογοτέχνης και πολιτικός, αναφέρεται με συγκίνηση στους αγώνες των Ελλήνων: «Αι Σουλιώτισσαι γυναίκες βυθιζόμεναι μετά των τέκνων στα κύματα, οι πρόσφυγες της Πάργας εκφέροντες μεθ’ εαυτών τα οστά των πατέρων, τα Ψαρά θαπτόμενα υπό τα ερείπια αυτών, το ατείχιστον σχεδόν Μεσολόγγιον αποκρούον τους δις εις τα τείχη αυτού εφορμήσαντας βαρβάρους, αδύνατα σκάφη μεταμορφωθέντα εις τρομερούς στόλους και προσβάλλοντα, πυρπολούντα, και διασκορπίζοντα τα υπερμεγέθη εχθρικά πλοία, ταύτα εισί τα κατορθώματα, άτινα θέλουσι καταστήσει την νέαν Ελλάδα αξίαν της λατρείας, ης απελάμβανε και το αρχαίον όνομα αυτής. Οι Έλληνες δια της ανδρείας αυτών κατεστάθησαν και πάλιν έθνος. Αρνηθείσης δε της διπλωματίας να αναγνωρίσει την νομιμότητα αυτών, επεκαλέσθησαν την δια των όπλων δόξαν».
Το έργο του εικονιζόμενου Γάλλου προξένου στα Ιωάννινα του Αλή πασά, περιηγητή, και ιστορικού Φραγκίσκου Πουκεβίλ (François Pouqueville) «Ιστορία της Αναγεννήσεως της Ελλάδος» γίνεται μπεστ-σέλερ και εξαντλείται εν μια νυκτί από τα βιβλιοπωλεία. Ο αδελφός του, Ούγος Πουκεβίλ (Hugo Pouqueville), πρόξενος της Γαλλίας στην Πάτρα κατά την έκρηξη της Ελληνικής Επαναστάσεως, ήταν επίσης θερμός φιλέλληνας.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο Λαμαρτίνος (Alfonse de Lamartine), λογοτέχνης, διακεκριμένος ποιητής και διαπρεπής πολιτικός: «Αυτοί εδώ είναι οι αρχηγοί ενός ηρωϊκού λαού, και κρατούν ακόμη στο χέρι το ντουφέκι και το σπαθί, με το οποίο έρχονται να αγωνισθούν για την απελευθέρωσή τους και συνάμα διαβουλεύονται πάνω στους τρόπους, με τους οποίους θα στερεώσουν τον θρίαμβο της ελευθερίας τους. Η Βουλή τους είναι ένα πολεμικό συμβούλιο».
Πολλοί διακεκριμένοι Γάλλοι ζωγράφοι, όπως ο εικονιζόμενος Ευγένιος Ντελακρουά (Eugéne Delacroix), ο Θεόδωρος Ζερικώ (Théodore Géricault), και ο Λουΐ Ντυπρέ (Louis Dupré), εμπνέονται από την Ελληνική Επανάσταση, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον Ντελακρουά, του οποίου οι πίνακες «Σκηνή από τη σφαγή της Χίου» και «Η Ελλάς στο Μεσολόγγι» συγκινούν ακόμα και σήμερα τις καρδιές των ανθρώπων.
Στον εικονιζόμενο Βρετανό ποιητή Πέρσυ Μπυς Σέλλεϋ (Percy Bysshe Shelley), που χάθηκε πολύ νωρίς από πνιγμό στην Ιταλία (σε ηλικία μόλις 30 ετών, τον Ιούλιο του 1822), οφείλεται και το υπέροχο λυρικό δράμα «Ελλάς», το οποίο έγραψε στην Πίζα, αμέσως μετά από τη συνάντησή του με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο την άνοιξη του 1821, όταν ο τελευταίος του ενεχείρησε τη διακήρυξη του Υψηλάντη με την οποία γνωστοποιούσε ότι άρχιζε την Ελληνική Επανάσταση. Στον πρόλογο του έργου, που το αφιερώνει στον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, αρχίζει με τη φράση του Σοφοκλή από τον «Οιδίποδα επί Κολονώ»: «Μάντις είμ’ εσθλών αγώνων».
Και στη συνέχεια γράφει ο Σέλλεϋ: «Όλοι είμαστε Έλληνες: οι νόμοι μας, η φιλολογία μας, η θρησκεία μας, οι τέχνες μας, έχουν τις ρίζες τους στην Ελλάδα… Η μορφή και το πνεύμα του ανθρώπου έφτασαν την τελειότητά τους στην Ελλάδα,… Ο νεότερος Έλληνας είναι απόγονος των δοξασμένων εκείνων όντων που η φαντασία τους δεν μπορεί να μοιάζει με τη δική μας, κι έχει κληρονομήσει από αυτά την ίδια ευαισθησία και γρηγοράδα στην αντίληψη, το ίδιο θάρρος, και τον ίδιο ενθουσιασμό».
Ο Βύρων, φίλος του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου από το 1809, αποδίδει τις ποιητικές του εμπνεύσεις στην Ελλάδα, δηλώνοντας συχνά: «Αν είμαι ποιητής, ο αέρας της Ελλάδας με έκαμε».
Ο Βύρων ως Άμλετ, κατά την επίσκεψή του στην Ελλάδα το 1811.
Στις 24 Δεκεμβρίου του 1823, ο φιλέλλην Λόρδος Βύρων φθάνει στο Μεσολόγγι. Προσφέρει την περιουσία του στον ελληνικό αγώνα, συγκροτεί σώμα από 500 Σουλιώτες και πολλούς ξένους εθελοντές, την επονομαζόμενη «Ταξιαρχία του Βύρωνα» και ετοιμάζεται να ηγηθεί στο πεδίο της μάχης. Πεθαίνει βαριά άρρωστος στις 7 Απριλίου του 1824 στο Μεσολόγγι. Τα τελευταία του λόγια είναι χαρακτηριστικά των αγνών του αισθημάτων για τον αγώνα των Ελλήνων: «Έδωσα στην Ελλάδα το χρήμα μου και τον καιρό μου, τώρα της δίνω και τη ζωή μου. Τι άλλο θα μπορούσα να κάνω περισσότερο;».
Ο Βύρων, παλαιός γνώριμος της Ελλάδας από το πρώτο του ταξίδι, κατά την τότε διαμονή του στην Αθήνα το 1811 στο Μοναστήρι των Καπουτσίνων στην Πλάκα, εκεί που βρίσκεται το Φανάρι του Διογένη (χορηγικό μνημείο Λυσικράτους), ερωτεύεται την πανέμορφη κόρη του Άγγλου πρόξενου Δημήτρη Μακρή, την Τερέζα, για την οποία γράφει το υπέροχο ποίημά του «Κόρη των Αθηνών» (σε μετάφραση Χρίστου Γούδη):
«Κόρη των Αθηνών προτού σ’ αφήσω,
δος μου ώ δος μου την καρδιά μου πίσω!…
Πριν φύγω όμως άκου τον όρκο που θα πω,
Ζωή μου σ’ αγαπώ».
Η «Κόρη των Αθηνών»
Ο φιλέλληνας Βρετανός φιλόσοφος Τζέρεμυ Μπένθαμ (Jeremy Bentham), οπαδός του ωφελιμιστικού φιλελευθερισμού.
Ο Γεώργιος Φίνλεϋ (George Finlay), είχε έρθει στην Ελλάδα συνοδεύοντας τον Βύρωνα στο Μεσολόγγι. Έγραψε τα έργα «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως», «Ιστορία της Τουρκοκρατίας» και « Ιστορία της Ενετοκρατίας».
Το 1825 ήρθε στην Ελλάδα ο Αμερικανός χειρουργός Σαμουήλ Χάου (στην εικόνα ενδεδυμένος με την παραδοσιακή ελληνική φορεσιά), για να προσφέρει τις ιατρικές του υπηρεσίες στους αγωνιζόμενους Έλληνες.
Ο εικονιζόμενος φιλέλληνας Αμερικανός χειρουργός Σαμουήλ Χάου (Samuel Howe), μετά την επιστροφή του στις ΗΠΑ, δημοσίευσε τις προσωπικές του εμπειρίες από την επαναστατημένη Ελλάδα στο έργο του «Ιστορική Σκιαγραφία της Ελληνικής Επανάστασης».
Οι μεγάλες αμερικανικές πολιτικές φυσιογνωμίες της εποχής τάχθηκαν ανεπιφύλακτα υπέρ του αγώνα των Ελλήνων. Ο Τόμας Τζέφφερσον (Thomas Jefferson) γράφει στον Κοραή: «Κανένας λαός δεν συμπάσχει βαθύτερα από τον δικό μας με τα παθήματα των συμπατριωτών σας, και κανένας δεν απευθύνει στους ουρανούς προσευχές ειλικρινέστερες και φλογερότερες για την επιτυχία τους».
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζέημς Μονρόε (James Monroe), εισηγητής το 1823 του ομώνυμου δόγματος περί μη επεμβάσεως των Ευρωπαίων στην Αμερική και αντιστρόφως, εκφράζει με ενάργεια τα αισθήματα του αμερικανικού λαού, στην αγόρευσή του στο Κογκρέσο στις 2 Δεκεμβρίου του 1822: «Και μόνον το να προφέρει κανείς το όνομα Ελλάς αρκεί για να πλημμυρίσει η σκέψις μας με αισθήματα που συνεγείρουν τας καρδίας μας… Ήτο φυσικόν, κατά συνέπειαν, η επανεμφάνισις του λαού αυτού, υπό τον αρχικό χαρακτήρα του, αγωνιζομένου δια την ανεξαρτησίαν και ελευθερίαν του, να συνεγείρει μεγάλως τας συμπαθείας μας υπέρ αυτού, όπως τόσον χαρακτηριστικώς παρετηρήθη απ’ άκρου εις άκρον των Ηνωμένων Πολιτειών».