ΤΟ (ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ) ΘΡΑΣΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΨΕΜΜΑΤΑ ΣΩΤΗΡΕΛΛΗ ΜΕ ΤΟ ΑΜΑΡΤΩΛΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ!

Τη νομική επιστήμη στην υπηρεσία των πολιτικών σκοπιμοτήτων επιχείρησε να θέσει με τις δηλώσεις που έκανε προ ημερών ο (γνωστός για τις σχέσεις του με το ΠΑΣΟΚ) συνταγματολόγος Γιώργος Σωτηρέλης αναφορικά με τη Χρυσή Αυγή. Το πιο δυσάρεστο όμως είναι ότι ο κ. Σωτηρέλης δεν θεωρητικολογεί απλώς, αλλά, σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες της «κυριακάτικης ...

δημοκρατίας», αναλίσκεται σε μεθοδεύσεις προκειμένου να υιοθετηθεί το νομικό πλαίσιό του από την κυβέρνηση και να απαγορευτεί η… συμμετοχή των βουλευτών της Χρυσής Αυγής στις επερχόμενες εκλογές για την Αυτοδιοίκηση και το Ευρωκοινοβούλιο.
Στην προσπάθειά του αυτή ο κ. Σωτηρέλης (που κατά τα λοιπά κόπτεται για τα… δημοκρατικά δικαιώματα) δεν επιστρατεύει μόνο αντιεπιστημονικά επιχειρήματα, αλλά επικαλείται και διατάξεις που (τουλάχιστον με βάση τα δικά του λεγόμενα) είναι ανύπαρκτες.
Το πολιτικό θράσος του όμως δεν περιορίζεται σε αυτό. 
Επιδιώκει να θέσει εκτός εκλογών τη Χρυσή Αυγή ως «εγκληματική οργάνωση», όταν ο ίδιος δεν θα πρέπει να είναι και πολύ υπερήφανος (αντιθέτως!) για τους πολιτικούς προϊσταμένους που υπηρετούσε κατά το παρελθόν.
Ο 54χρονος σήμερα καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών συνέδεσε σε μεγάλο βαθμό τη διαδρομή του με το ΠΑΣΟΚ. Εσωκομματικά είχε προσκολληθεί επί χρόνια, μαζί με άλλους, στη Βάσω Παπανδρέου, όταν εκείνη ήταν ισχυρή στο «πράσινο» στερέωμα. Μόλις η κυρία Παπανδρέου άρχισε να χάνει την αίγλη της, η (μικρή) ομάδα Σωτηρέλη μετακινήθηκε στο στρατόπεδο μιας άλλης ανερχόμενης μορφής του «εκσυγχρονιστικού» εγχειρήματος. Βρέθηκε δίπλα στον Γιάννο Παπαντωνίου, ο οποίος, έχοντας και τη στήριξη του Κ. Σημίτη, ανέπτυξε, μετά το 2000, αρχηγικές φιλοδοξίες, αναζητώντας ερείσματα και υποστηρικτές σε όλους τους χώρους. Οταν ο (υπόδικος σήμερα) κ. Παπαντωνίου, απογειούμενος, έγινε υπουργός Εθνικής Αμυνας, τοποθέτησε τον κ. Σωτηρέλη πρόεδρο στο Ινστιτούτο Αμυντικών Αναλύσεων, χρίζοντάς τον έτσι (σε πολιτικό και εσωκομματικό επίπεδο) έναν από τους «υπασπιστές» του.
Ο ρόλος και η χρησιμότητα του εν λόγω ινστιτούτου έχουν αμφισβητηθεί αρκετές φορές και με διάφορες αφορμές κατά το παρελθόν, ενώ για τη συγκεκριμένη περίοδο (2003-2004) έχει αξία να σημειωθεί ότι ο Γιάννος Παπαντωνίου βρίσκεται στο μικροσκόπιο των ανακριτικών Αρχών όσον αφορά τις μεγάλες προμήθειες στα εξοπλιστικά. Ο «φάκελος Παπαντωνίου» (διάδοχος του κ. Τσοχατζόπουλου) άλλωστε αποτελεί έναν από τους λόγους για τον οποίο πολλοί αναρωτιούνται αν το ΠΑΣΟΚ και τα στελέχη του έχουν το ηθικό δικαίωμα να απευθύνουν προς άλλους τη μομφή περί «εγκληματικής οργάνωσης»…
Εν πάση περιπτώσει, ο κ. Σωτηρέλης όλα αυτά τα χρόνια παρέμεινε στον «εκσυγχρονιστικό» χώρο και συμπορεύτηκε στη συνέχεια με τον κ. Βενιζέλο, του οποίου τώρα λέγεται ότι είναι άτυπος σύμβουλος και επεξεργάζεται συχνά μαζί του διάφορες «ιδέες» περί του πώς θα πειστεί η κυβέρνηση να εξουδετερώσει τη Χρυσή Αυγή ως «εγκληματική οργάνωση»…
 Προσπαθώντας να διαμορφώσει το κατάλληλο έδαφος, ο συνταγματολόγος υποστήριξε και δημόσια προ ημερών ότι «εκείνο που μπορεί να γίνει είναι να επανέλθουν οι διατάξεις του Π.Δ. του 1974 που ίσχυσε έως το 2002 και προβλέπει, εκτός από τις συνθήκες κατάλυσης του πολιτεύματος, το να μη συμμετέχουν ως υποψήφιοι κάποιοι που διώκονται για συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης και συμμετοχή σ’ αυτήν ή όταν είναι βεβαρημένα τα μέλη ενός κόμματος με εγκλήματα με ρατσιστικό κίνητρο».
 Η «λύση» που μεθοδεύει δηλαδή (αφού δεν υπάρχει τρόπος να τεθεί εκτός νόμου ένα ολόκληρο κόμμα) προβλέπει ότι στις περιπτώσεις που υπάρχει όχι καταδικαστική απόφαση αλλά ένα παραπεμπτικό και μόνο βούλευμα να μην μπορεί ένας βουλευτής ή στέλεχος να είναι υποψήφιος στις εκλογές του Μαΐου για την Αυτοδιοίκηση και την Ευρωβουλή. Με αυτόν τον τρόπο δεν θα μπορούσε π.χ. ο Ηλίας Κασιδιάρης να είναι υποψήφιος δήμαρχος Αθήνας ή ο Ν. Μιχαλολιάκος επικεφαλής του ευρωψηφοδελτίου της Χρυσής Αυγής.
 Εκθετος για τα διατάγματα
Το ενδιαφέρον πάντως είναι ότι, ανατρέχοντας κανείς -με βάση τα λεγόμενα του ίδιου του κ. Σωτηρέλη- στα διατάγματα του 1974, που καταργήθηκαν το 2002, το μόνο που βρίσκει είναι το Νομοθετικό Διάταγμα υπ’ αριθμόν 59 με ημερομηνία 23 Σεπτεμβρίου 1974 και την υπογραφή του Φ. Γκιζίκη ως Προέδρου της Δημοκρατίας και του Κωνσταντίνου Καραμανλή ως πρωθυπουργού μαζί με το υπουργικό συμβούλιο. Σε αυτό, το μόνο σχετικό που αναφέρεται είναι ότι «τα πολιτικά κόμματα υποχρεούνται όπως προ της αναλήψεως οιασδήποτε δραστηριότητος καταθέσουν εις τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου δήλωσιν του Αρχηγού ή της Διοικούσης Επιτροπής αυτών ότι αι αρχαί του κόμματος αντιτίθενται προς πάσαν ενέργειαν αποσκοπούσαν εις την βιαία κατάληψιν της εξουσίας ή την ανατροπήν του ελευθέρου δημοκρατικού πολιτεύματος». Δεν αναφέρει τίποτε άλλο από όσα επικαλέστηκε ο κ. Σωτηρέλης περί απαγόρευσης συμμετοχής σε όποιους «διώκονται για συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης και συμμετοχή σ’ αυτήν…».
Η «κυριακάτικη δημοκρατία» απευθύνθηκε στον κ. Σωτηρέλη προκειμένου να διευκρινίσει τι είχε ακριβώς υπόψη και τι εννοούσε, ώστε να φανεί αν ενδεχομένως είχε σημειωθεί κάποια παρεξήγηση ή παρανόηση, αλλά εκείνος (επιβεβαιώνοντας για ακόμη μια φορά τα… δημοκρατικά του φρονήματα) αρνήθηκε οποιαδήποτε απάντηση.

Κυριακάτικη Δημοκρατία